Ένας κορμός γίνεται γλυπτό
Η πρώτη φάση της γλυπτικής αρχίζει με την εύρεση του ξύλου. Συνήθως χρησιμοποιώ ακατέργαστους κορμούς μεγάλων δέντρων ηλικίας 100 έως 800 ετών. Κάποιους κορμούς τους βρίσκω και τους αγοράζω από μάντρες ξυλείας, κάποιους μου τους χάρισαν. Τους περισσότερους όμως τους συλλέγω προσωπικά από όλη την Κρήτη, κυρίως δέντρα ξεριζωμένα από φυσικές καταστροφές ή ξερά. Τους κόβω με αλυσοπρίονο και τους μεταφέρω με φορτηγά και γερανούς στο εργαστήριο.
Η συλλογή των κορμών
Μετά από το κόψιμο του κορμού, στη φύση ή στο εργαστήριο τον καθαρίζω από τα κατεστραμμένα τμήματα και του αφαιρώ τη φλούδα για να μην πιάσει σκουλήκι. Έπειτα του περνάω συντηρητικό ξύλου για να τον δουλέψω αργότερα. Όταν αποφασίσω για το θέμα που θέλω να κάνω το σχεδιάζω σε πραγματικές διαστάσεις και στη συνέχεια το δημιουργώ.
Συντήρηση ξύλου, αφαίρεση φλούδας και κατεστραμμένων τμημάτων
Τα εργαλεία που χρησιμοποιώ στη γλυπτική είναι απλά, ένα σφυρί και διάφορα είδη σκαρπέλων.
Κάθε δέντρο έχει τη δική του ιστορία
Κάθε δέντρο, κάθε κορμός έχει τη δική του ιστορία. Για παράδειγμα, συνέλλεξα κάποια πεσμένα δέντρα από τα Μοναστήρια του Αρκαδίου και του Βωσάκου. Όταν τα πήγα στο εργαστήριο και άρχισα να τα σκαλίζω μέσα στο σώμα των δέντρων ανακάλυψα βλήματα/βόλια των συγκρούσεων των Τούρκων με τους Κρητικούς, αλλά και νεότερα.
Βλήματα που βρέθηκαν μέσα στους κορμούς
Ανάλογα με το μέγεθος και τις λεπτομέρειες ενός γλυπτού η ολοκλήρωση του μπορεί να διαρκέσει πολλούς μήνες.
Ένα δέντρο γίνεται γλυπτό
Κάποιο άλλο δέντρο γίνεται δυο παιδιά χέρι χέρι
Είδη ξύλου που χρησιμοποιώ
Τα ξύλα που συνήθως δουλεύω είναι ο ευκάλυπτος, η ελιά, η λεμονιά, ο δρυς, το πεύκο ή η κουκουναριά, το κυπαρίσσι, η μουριά και η καρυδιά.
Ο ευκάλυπτος ανήκει στην οικογένεια των Μυρτοειδών και περιλαμβάνει περισσότερα από 700 είδη. Τα δέντρα είναι ψηλά και μπορούν να φτάσουν σε ύψος και τα 90 μέτρα και η περιφέρεια του κορμού τα 8 μέτρα. Το ξύλο του, επειδή έχει την ιδιότητα να είναι σκληρό και στερεό, έχει χρήσεις στη ναυπηγική σε βαριές και ελαφριές κατασκευές, στην κατασκευή αποβάθρων, στη γεφυροποιία, σε τηλεγραφικούς στύλους και σε οικοδομές. Στην Ελλάδα βρίσκουμε το είδος ευκάλυπτος γκλόμπουλους που φτάνει σε ύφος τα 80 μέτρα. Ο ευκάλυπτος εισήχθη στην Ελλάδα από τον βοτανολόγο και λόγιο Θεόδωρο Ορφανίδη το 1862. Η λέξη ‘ευκάλυπτος’ προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις ‘ευ’ που σημαίνει ‘καλά’ και ‘καλυπτος’ που σημαίνει ‘καλύπτω’, το οποίο αναφέρεται στον κάλυκα που αποκρύπτει αρχικά το λουλούδι.
Ευκάλυπτος, δέντρο και γλυπτό
Ελιά
Η ελιά ή ελαιόδεντρο ή λιόδεντρο είναι γένος καρποφόρων δένδρων της οικογένειας των Ελαιοειδών. Καλλιεργούνταν στην Αρχαία Ελλάδα και ήταν το σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Ο καρπός της ελιάς είναι πολύ βασικός για την Μεσογειακή διατροφή. Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που καλλιέργησε την ελιά στον ευρωπαϊκό μεσογειακό χώρο. Την μετέφεραν είτε Έλληνες άποικοι είτε Φοίνικες έμποροι. Με ένα στεφάνι ελιάς στεφάνωναν τους νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων, το σύμβολο την νίκης και της ειρήνης. Η ετυμολογία της λέξης ‘ελιά’ προέρχεται από την αρχαία ελληνική Eλαία.
Ελιά, δέντρο και γλυπτό
Η λεμονιά είναι υβριδικό δέντρο (Citrus × limon) και ανήκει στην οικογένεια των εσπεριδοειδών. Μπορεί να μεγαλώσει μέχρι 6 μέτρα σε ύψος. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες λεμονιών, όπως τα Εύρηκα, Λισαβόνας και Μέγερ. Οι λεμονιές φυτρώνουν σε τροπικά και εύκρατα κλίματα και δεν αντέχουν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Απεικονίσεις εσπεριδοειδών δέντρων υπάρχουν σε ρωμαϊκά μωσαϊκά στη Βόρεια Αφρική, αλλά η πρώτη σαφής περιγραφή του λεμονιού συναντάται στις αρχές του 10ου αιώνα, σε πραγματεία περί γεωργίας του Άραβα Κούστους Αλ-Ρούμι. Η ονομασία “λεμόνι” προέρχεται από την περσική λέξη (لیمو Limu), η οποία είναι συγγενική με τη σανσκριτική λέξη nimbuka.
Λεμονιά, δέντρο και γλυπτό
Η βελανιδιά ή βαλανιδιά (Δρυς, Quercus) είναι γένος φυτών της οικογένειας των Φηγοειδών με 531 αυτοφυή είδη του βόρειου ημισφαίριου της γης. Είναι το κατά εξοχήν δένδρο των Δρυμών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγγλική λέξη tree προέρχεται από την ελληνική δρυς. Είναι δέντρα ψηλά, αιωνόβια που βρίσκονται είτε σε πεδινές είτε σε ορεινές περιοχές. Το ξύλο όλων των ειδών είναι βαρύ, σκληρό και δεν σαπίζει εύκολα. Χρησιμοποιείται στην οικοδομική, ναυπηγική, επιπλοποιία, στην κατασκευή σανίδων, δοκαριών και παρασκευάζονται από αυτό ξυλάνθρακες πολύ καλής ποιότητας. Τα κυριότερα είδη που βρίσκονται στην Ελλάδα και την Κύπρο είναι η ήμερη βελανιδιά (δρυς αιγίλωψ, λατ. Quercus aegilops), η δρυς η έμμισχος (λατ. Quercus robur), η δρυς η άμισχος (δρυς η πετραία, λατ. Quercus petraea), η δρυς η Μακεδονική (λατ. Quercus trojana), η δρυς η κηρρίς (λατ. Quercus cerris), η λατζιά (δρυς η κληθρόφυλλη, λατ. Quercus alnifolia) και το πουρνάρι, ή πιρνάρι, ή πρίνος ή κατσόπρινος (δρυς η κοκκοφόρος, λατ. Quercus coccifera) και η δρυςηβαφική (λατ. Quercus infectoria).
Δρυς, δέντρο και γλυπτό
Η κουκουναριά (Pinus pinea) είναι ένα ιθαγενές πεύκο της Νότιας Ευρώπης στην περιοχή της Μεσογείου. Mπορεί να υπερβεί τα 25 μέτρα σε ύψος. Έχει μια χαρακτηριστική ομπρελοειδή μορφή με κοντό κορμό και στρογγυλή επίπεδη κορυφή. Ο φλοιός είναι χοντρός, καστανοκόκκινος, βαθιά χαραγμένος από φαρδιές, κατακόρυφες πλάκες. Η αρχική καταγωγή της κουκουναριάς είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Βόρεια Αφρική. Καλλιεργείται συστηματικά εδώ και 6.000 χρόνια για τους εδώδιμους καρπούς της, τους οποίους εμπορεύονταν οι άνθρωποι από τα αρχαία χρόνια.
Πεύκο ή κουκουναριά, δέντρο και γλυπτό
Το κυπαρίσσι ανήκει στην οικογένεια των Κυπαρισσοειδών με 18 είδη που βρίσκονται στις περιοχές της Βορείου Αμερικής, στις χώρες της Μεσογείου και στη Δυτική Ασία. Τα περισσότερα είδη είναι δέντρα που φτάνουν σε ύψος τα 30 μέτρα και έχουν σχήμα πυραμίδας. Το κοινό κυπαρίσσι βρίσκεται σαν αυτοφυές στις περιοχές της Μικράς Ασίας, του Ιράν και της Ελλάδας καλλιεργείται δε και σαν καλλωπιστικό σε όλη τη νότια Ευρώπη. Η καλής ποιότητας ξυλεία του χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία. Το κυπαρίσσι το κοινό είναι γνωστό από τα πανάρχαια χρόνια. Σύμφωνα με το μύθο την ονομασία του την οφείλει στον Κυπάρισσο από την Κω που τον μεταμόρφωσε ο θεός Απόλλωνας σε δέντρο έτσι ώστε να παραμείνει αθάνατος, μαζί και η θλίψη του μετά από το θάνατο του αγαπημένου του ελαφιού. Έτσι σύμφωνα με αυτή την άποψη έμεινε σαν πένθιμο δέντρο και φυτεύεται σε κοιμητήρια.
Κυπαρίσσι, δέντρο και γλυπτό
Η μουριά ανήκει στην τάξη ουρτικώδη και στην οικογένεια μορείδες με 10 είδη φυλλοβόλων δέντρων αλλά και θάμνων. Ιθαγενές φυτό της Βόρειας Αμερικής και της Ασίας. Η λευκή ή κοινή μουριά καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις στην Κίνα κυρίως για τα φύλλα της που δίνονται τροφή στους μεταξοσκώληκες και για την καλή ποιότητας ξυλεία που παράγει. Αξιοσημείωτο είναι ότι σπάνια βρίσκεις αυλή εκεί, χωρίς μία μουριά. Εγκλιματίστηκε στην Ευρώπη όπου έφτασε το 12ο αιώνα μ.Χ. και υπάρχει σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Η μαύρη μουριά φτάνει τα 10 μέτρα και η καταγωγή της είναι από το Ιράν. Όμως επειδή τα φύλλα της λευκής μουριάς θεωρούνται σαν καλλίτερη τροφή, γρήγορα αντικαταστάθηκε από αυτή. Η ξυλεία της είναι καλής ποιότητας και χρησιμοποιείται στην κατασκευή αγροτικών εργαλείων, πασσάλων, στην επιπλοποιία και στην κατασκευή βαρελιών. Στην Κρήτη η μουριά λέγεται μουρνιά.
Μουριά, δέντρο και γλυπτό
Η καρυδιά ανήκει στην οικογένεια των Καρυοειδών με 20 είδη φυλλοβόλων δέντρων. Δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα προσαρμογής και καλλιεργείται σε διάφορους τύπους κλιμάτων και περιβάλλοντος. Όμως αποδίδει περισσότερο σε περιοχές με θερμό και υγρό κλίμα. Η ονομασία στα λατινικά του γένους Juglans προέρχεται από τις λέξεις Jovis glans, που σημαίνουν Διός βάλανος. Ο κορμός της είναι παχύς και η διάμετρος του φτάνει τα 2,5 μέτρα. Η κοινή καρυδιά φτάνει σε ύψος τα 35 μέτρα. Καλλιεργείται για το νόστιμο καρπό της, το καρύδι και για την εξαιρετικής ποιότητας ξυλεία της. Το ξύλο της καρυδιάς είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό και δεν εμφανίζει ρωγμές. Είναι συμπαγές με εξαιρετική ελαστικότητα και χρησιμοποιείται στην κατασκευή επίπλων πολύ καλής ποιότητας.
Καρυδιά, δέντρο και γλυπτό